- Project Runeberg -  Svenskt-grekiskt lexikon /
90

(1862) [MARC] Author: Carl Wilhelm Linder, Carl August Walberg - Tema: Dictionaries
Table of Contents / Innehåll | << Previous | Next >>
  Project Runeberg | Catalog | Recent Changes | Donate | Comments? |   

Full resolution (TIFF) - On this page / på denna sida - F - Farbar ...

scanned image

<< prev. page << föreg. sida <<     >> nästa sida >> next page >>


Below is the raw OCR text from the above scanned image. Do you see an error? Proofread the page now!
Här nedan syns maskintolkade texten från faksimilbilden ovan. Ser du något fel? Korrekturläs sidan nu!

This page has never been proofread. / Denna sida har aldrig korrekturlästs.

DO

Farbar — Fastskrufva.

verkan.: f. väl, af 1. vid ngt, καλώς
άπαλλάτ-τεοθαί τίνος. ώ^ελεϊαθαι εκ τίνος, καλώς 1. sis
το καλόν αποβαίνει μοί τι.: f. illa, κακώς
άπαλ-λάττεσθαί τίνος, κακώς διατίθεσθαι ϊκ τίνος,
βλάπτεοθαι ϊκ τίνος, αποβαίνει μοί τι ον πρός τό
καλόν, b) förfara, vanl. m. χρήσθαι, t. ex. f.
varsamt, ενλαβεία χρήσθαι.: f. illa , väl m. ngn, ngt,
se Behandla.: f. m. lögn, bedrägeri, se Ljuga,
Bedraga. — F. af, οϊχεσθαι φερόμενον,
όχού-μενον, άπιόντα, αποπλέοντα, m. ngt, οϊχεσθαι
όφ-, άναρπάσαντα, αποφέροντα. — F. efter,
όχούμενον άκολουθεϊν. Ελαύνειν μετά τινα 1.
κατόπιν τινός, för att hemta ngt, Ελαύνειν, πλεϊν
Επί τι. οϊχεσθαι κομιούμενον. μετιέναι τι. — F.
ifrån, άηιόντα 1. οϊχόμενον κατα-, άπολείπειν.
— F. med, se Medfölja. — F. bort, fram,
förbi, ned, upp, ut, o. s. v., se compp.

Farbar, (άμάξαις) πορεύσιμος, 2.: om vatten,
πλώϊμος (πλόϊμος), 2.

Farbror, πάτρως, ωος, ό. πατράδελφος, ό.
θείος ό πρός πατρός.

Farfar, πατρός πατήρ, ό. πάππος, ό (πρός
πατρός).

Farfars far, πρόγονος ο. προπάππος, ό.

F argalt, κάπρος, ο.: vild f., σόαγρος, ό.
νς άγριος, ό.

Farhåga, se Fruktan.

Farkost, πλοιάριον, πλοϊον, τό. όχημα, τό.

Farled, πόρος, ό. πλους, ο. rfcfo?, ή.

Farlig, Επικίνδυνος, κινδυνώδης, επισφαλής,
2, σφαλερός, 3, παράβολος, 2 (förbunden m. fara,
riskabel), δεινός, 3 (fruktansvärd). Επαγωγός, 2
(förförisk), χαλεπός, 3 (t. ex. om sjukdom).: f.
belägenhet, τά tΐεινά.: vara farligt sjuk,
Επισφα-λώς νοσεί v. χαλεπώς διακεϊσθαι υπό τής νόσου.
ordspr. σελίνου δεϊσθαι.: göra f. (i tal), δεινόν
ποιεϊσθαι.

Farlighet, gm adj. Jfr Fara.

Farmor, ή του πατρός μητηρ. τήθη 1. τηθή
ή πρός πατρός.

Farsot, λοιμός, ό. λοιμική νόσος, ή.
Επιζήμιος 1. Ενδήμιος νόσος, ή.

Fart, 1) se Färd. 2) hastigheten, hrmed ett
föremål rör sig, φορά, ή. ρύμη, ή. ορμή, ή.:
m. f., φορά, ρύμμ.: i hastig f., ταχέως, μετά
τάχους. ·, i långsam f., βραδέως.: springa i stark
f., δρόμω θεϊν, τρέχειν. 3) i arbete, se Drift.

Fartyg, πλοϊον, τό. όχημα, τό. Jfr Skepp.

Farvatten, se Farled.

Far v äg, άμα’ξήλατος (οδός), ή. άμαξιτός, ή.

Farväl, χαϊρε, υγίαινε, ϊρρωσο, εύτύχει (i pl.
till flera).: säga ngn f., χαίρειν 1. ίρρώβ’ίία*
λέγειν 1. προσεηιεϊν 1. φράζειν τινί.: f. m. ngt,
χαιρέτω τι.

Fasa, όρρωΰεϊν. Εκφοβεϊσθαι. ύπερφοβεϊσθαι.
(ύπερ)εκπλήττεσθαι. φρίττειν.

Fasa, όρρωάία, ή. εκπληξις, ή. άείμα, τό.
Ισχυρός φόβος, ό.

Fasan, φασιανός (όρνις), ό.

Fasansfull, -värd, se Faslig.

Fascin, φάκελος, ό.

Faslig, δεινός, 3. Εκπληκτικός, 3. γοργός. 3.
φοβερώτατος, 3. φρικώδης, 2.

Fas lig het, δεινό της, ή. ο. gm adj.

Fast, 1) stadig, orubblig, άσφαλής, 2.
βέβαιος,, 2 ο. 3. ϊμπεδος, 2. Ισχυρός, 3. μόνιμος, 2.
ευσταθής, 2. στάσιμος, 2. άκίνητος, άμετάθετος, 2.

(alla så väl i eg. brt. s. fig.: ståndaktig,
oföränderlig).: f. egendom, se Fastighet: stå f.,
μένειν. καταμένειν. άμετακινήτως εχειν.: stå f.
vid fördrag, ed, Εμμένειν όρκοις. (Εξ)εμπεδουν
όρκους, σπονδάς, συνθήκας.: vara f. i ngt (en
vetenskap, e. d.), Εξεπίστασθαί τι.
διαμεμαθη-κέναι τι.: vara f. mot ngt, μή εικειν τινί. μή
ήττάσθαί τίνος, κρείττω είναι τίνος.: vara f. för
ngt, ενοχον είναι, Ενέχεσθαί τινι.: binda, hålla,
sätta, taga f., se Fastbinda, -hålla etc.; jag
är f. öfvertygad, ισχυρώς πέποιθα. 2) tät o. hård,
πηκτός, 3. στερρός o. στερεός, 3. πυκνός, 3.
πάγιος, 3. στιβαρός, 3.: stampa, slå f. (om
marken), σάττειν, κατασάττειν, κατανάσσειν,
Εδα-φίζειν (τήν γήν): fasta landet, ή στερρά (γή).
ήπειρος, ή. 3) befästad, οχυρός, Εχυρός, 3. Ερυμνός,
3.: f. plats, ϊρυμα, όχύρωμα, τό. Ερυμνόν
χωρίον, τό.

Fast, se Ehuru.

Fasta, νηστεύειν. άσιτεϊν. σίτου άπέχεσθαι 1.
μή άπτεσθαι. — fastande, νήστις, ιδος, ό, ή.

Fasta, νηστεία, ή. άσιτία, ή.

Fastbinda, καταδεϊν.: i. vid, se Binda.

Fastdag, νήστιμος, νπερθέσιμος ημέρα, ή
(Sedn.). νηστεία, ή.

Faster, ή του πατρός άδελφή.

Fastfrysa, υπό ψύχους προσάπτεσθαι, vid
ngt, τινί. πήγνυσθαι.

Fastgro, se Fastrota sig.

Fastgöra, ngt vid ngt, προσδεϊν, προσάπτειν
τί τινι.

Fasthet, 1) stadighet, orubblighet, άσφάλεια,
ή. ασφαλές, τό. βεβαιότης, ή. βέβαιον, τό.
ϊσχυ-ρόν, τό. ευστάθεια, ή. 2) täthet, στερεό της,
στερρότης, πυκνότης, ή. 3) en plats*, Ερυμνότης,
οχυρό της, η’.

Fasthålla, κατέχειν. κρατεϊν. φυλάττειν.: f.
sig i, vid ngt, άπρί’ξ εχεσθαί τίνος, άντέχεσθαί
τίνος.

Fasthänga, 1) tr., ngt vid ngt, προσαρτάν
τί τινι 1. πρός τι. προσαναρτάν τί τινι.
Εξαρ-τάν, Εξάπτειν τι (εκ) τίνος.: f. sig vid ngn,
άναρ-τάν εαυτόν εϊς τινα. 2) intr., προσηρτήσθαί τινι
1. πρός τι. προσπεφ>υκέναι τινί. Εξηρτήσθαί (εκ)
τίνος, προσκεϊσθαί τινι. εχεσθαί τίνος (eg. ο. fig.).

Fastighet, εγγειοςκτήσις, ή. εγγειον κτήμα,
τό. τά έγγεια ο. ϊγγειος ουσία, ή (all ngns fasta
egendom).

Fastklena, προσμάττειν, προσκολλάν,
προς-άπτειν τί τινι.

Fastlag, ή τεσσαρακονθήμέρος (νηστεία).

Fastlimma, προσκολλάν τί τινι.

Fastmer, πολύ μάλλον, μεν ούν
(beriktigande).: eller f., μάλλον δε.

Fastna, πήγνυσθαι εν τινι, Εμπήγνυσθαί τινι,
Ενσχεθήναί τινι (f. i ngt, det sistnämnda äfv. fig.).
προσαρτάσθαι, προσκολλάσθαι, παραπήγνυσθαι,
προσάπτεσθαι τινι (f. vid ngt).: f. för ngt (brott,
anklagelse), ενοχον γίγνεσθαι, Ενσχεθήναί τιν*.
Ελέγχεσθαί τίνος.: f. i minnet, Εντήκεσθαι.

Fastnagla, προσηλούν.

Fastrota sig, 1) eg., ριζούσθαι,
καταρρι-ζούσθαι. 2) oeg., se Inrota sig.

Fastsitta, πεπηγέναι. Ε μ πεπηγέναι,
Εμπε-φυκέναι, Ενέχεσθαί τινι Ji ngt), παραπεπηγέναι,
προσπεφυκέναι, προόηρτήσθαί τινι (vid ngt).

Fastskrufva, κοχλία προσάπτειν.

<< prev. page << föreg. sida <<     >> nästa sida >> next page >>


Project Runeberg, Mon Dec 11 23:30:58 2023 (aronsson) (download) << Previous Next >>
https://runeberg.org/svegrek/0094.html

Valid HTML 4.0! All our files are DRM-free