- Project Runeberg -  Svenskt-grekiskt lexikon /
93

(1862) [MARC] Author: Carl Wilhelm Linder, Carl August Walberg - Tema: Dictionaries
Table of Contents / Innehåll | << Previous | Next >>
  Project Runeberg | Catalog | Recent Changes | Donate | Comments? |   

Full resolution (TIFF) - On this page / på denna sida - F - Festlighet ...

scanned image

<< prev. page << föreg. sida <<     >> nästa sida >> next page >>


Below is the raw OCR text from the above scanned image. Do you see an error? Proofread the page now!
Här nedan syns maskintolkade texten från faksimilbilden ovan. Ser du något fel? Korrekturläs sidan nu!

This page has never been proofread. / Denna sida har aldrig korrekturlästs.

Festlighet — Fingra.

93

μ of, 2. ίοοτώδης, 2. πανηγυρικός, 3.: fastligt
begå, εορταζειν.

Festlighet, se Högtidlighet.

Fet, 1) eg., πίων, πιμελής, 2. λιπαρός, 3
(ish. om jorden), σιτευτός, λαρινός, 3 (gödd). =
välfödd, παχύς, sia, v. ενσαρκος, πολύσαρκος,

2.: fett land, πίειρα γή, ή’. göra f., πιαίνειν.
καταπιαίνειν. σιτεύειν. 2) fig . λιπαρός, 3. πίων,

3. se Indrägtig.

Fetlagd, -aktig, εύσαρκος, 3.
εύσωματώ-δης, 2. παχύτερος, 3.

Fetma, πιότης, ή. λιπαρία, ή. Jfr Fett.

Fetna, πιαίνεσθαι. σιτεύεσθαι. πίονα,
εύσαρ-κον etc. γίγνεσθαι.

Fett, λίπος, τό. πιμελή, η (ister), στέαρ, ατος,
τό (talg), δημός, ό. σίαλος, ό (hos svin).

Fettaktig, πιμελώδης, 2. λιπαρός, 3. σια»
λώδης, 2.

Fiber, ϊς, ϊνός, ή.

Ficka (brukades ej hos Grekerna),
μάρσιπος, ό. θυλάκιον, τό.: sticka i fickan, κρύπτειν
τω μαρσίπω. κατατίθεσθαι iv κόλπω.

Fiende, πολέμιος, ίναντίος, άντίπαλος, ό (h
ο-stis). ίχθρός, δυσμενής, ό (inimicus). Ofta
gm smnsättningar m. μισο-, t. ex. f. till folket,
μισόδημος, o.: f. till qvinnor, μισογύνης, o.: en
afsvuren f. till ngt, εχθιστός τινι.: göra till f.,
ίχθροποιεϊν.: blifva fiender, διαστήναι πρός
αλλήλους. : hafva ngn till f., ίχθρώ χρήσθαί τινι. ;
vara f. till ngn, ίχθρόν εϊναί τινι. δυσμενώς εχειν

1. διακεϊσθαί τινι 1. πρός τινα.: vara f. till ngt,
μισεϊν τι. ψεύγειν τι.

Fiendeland, ή πολέμια 1. άλλοτρία.

Fiendskap, έχθρα, απέχθεια, ή. δυσμένεια,
ή. εχθος, μϊσος, τό. διάστασις, διαφορά, ή.: råka
i f. m. ngn, εϊς εχθραν ίλθεϊν 1. καθίστασθαί τινι.
δι’ άπεχθείας γίγνεσθαι τινι. άπεχθάνεσθαί τινι.
προσκρούειν τινί.: hysa f. mot ngn, εχθραν εχειν
πρός τινα. δι’ άπεχθείας εχειν τινά.: vara böjd
för f., ίθελέχθρως 1. φιλαπεχθημόνως εχειν, mot
ngn, πρός τινα.

Fiendtlig, 1) hörande till fiende, πολέμιος,
3. τών πολεμίων.: fiendtligt land, ή πολέμια (γή).

2) handlande 1. sinnad ss. fiende, πολέμιος, 3.
πολεμικός, 3. ίναντίος, 3. ίχθρός, 3. δυόμενής,

2.: vara fiendtligt sinnad mot ngn, ίχθραίνειν
τινά. ίχθρώς, άπεχθώς διαχεϊσθαί τινι 1. πρός τινα.
πολεμικώς εχειν πρός τινα.: fiendtligt behandla,
πολεμεϊν (t. ex. πόλιν). κακώς ποιεϊν 1.
κα/.ο-ποιεϊν.: göraf., πολεμούν, mot sig, πολεμούσθαι.

Fiendtlighet, 1) se Fiendskap. 2) i pl.,
handlingar af f., πόλεμος, ό. άδικοι χεϊρες, al.:
börja fiendtligheter, άρχειν άδικων χειρών.

Fiffig, se Knipslug, Behändig.

Figur, 1) gestalt, είδος, τό. ιδέα, ή. σχήμα,
τό (gestalt ο. hållning).: göra en slät f.,
άσχη-μονεϊν. 2) afbildning, teckning, τύπος, oc (eg.
uthuggen f., äfv. utkast), ζώον, τό (af lefvande
väsenden), χαρακτήρ ήρος, o (ingräfd f.).
διάγραμμα, τό ο. διαγραφή, ή (tecknad f., ritning).

3) rhetor. f., σχήμα, τό. τρόπος, ό.

Figur lig, αλληγορικός, 3. τροπικός, 3.

Fika, efter ngt, σφόδρα ίπιθυμεϊν τίνος. Εράν

τίνος, πεινήν, διιρήν τίνος, ζήλουν τι. θηράν,
Λαί-κειν τι.

Fiken, se Begärlig.

Fikon, σύχον, τό.: torkadt f., ιϋχάς, άδος,

ή.: vildt f., ίρινόν, τό. φ<ήληξ, κος, ό.: omoget
f., όλυνθος, ό.: afplocka f., συκάζειν.: föda m.
f., συκίζειν. συκούν.: vin beredt af f., σνκίτης
οίνος, ό.

Fikonhandlare, -erska, Ισχαδοπώλης, ου,
ό. Ισχαδόπωλις, ιδος, ή.

Fikonlik, συκώδης, 2.

Fik ön löf, τό τής σνκής φύλλον. θρϊον, τό.

Fik ön trä, σύκινον ξνλον, τό.: af f.,
σύκινος, 3.

Fikonträd, συκή, ή.: vildt f., ίρινεός, 3.

Fil, ρίνη, ή.

Fila, ρινάν.

Filmjölk, ό’ξνγαλα, τό

F i 1 s ρ å η , ρίνημα, ρίνισμα, άπορρίνημα,
ά-πόχρηγμα, τό.

Filt, πϊλος, ό. πίλημα, τό.: af f., πίλινος, 3.

Filta, πιλεϊν. πιλούν. — filtad, πιλητός,
πι-λωτός, 3.

Fil t ak t ig, πιλοειδής, 2. πιλώδης, 2.

Filthatt, πιλίον, τό. πϊλος, ο.

Filtrera, διηθεϊν. διυλίζειν. άφυλίζειν.

Filt sko, πίλοι, ol.

Fin, 1) tunn, smal 1. bestående af små delar,
λεπτός, 3. λεπτομερής, 2.: stundom gm
smnsättningar. t. ex. m. fina trådar, λεπτόμιτος, 2.
λε-πτόνητος, 2.: af f. väfnad, λεπτοσπάθητος, 2.: göra
fint arbete, λεπτονργεϊν.: fint arbete, λεπτουργία,
ή.: göra f., λεπτννειν. λεπτόν ποιεϊν. 2) slät o.
mjuk, αβρός, απαλός, μαλακός, 3 (äfv. fig. =
yppig, veklig). 3) ren, oblandad (om metall m.
m.), ακέραιος, 2. ειλικρινής, 2. καθαρός, 3: =
kostbar, πολυτελής, 2. καλός, 3. 4) om skick ο.
seder, κομψός, 3. άστεϊος 3 ο. 2. Ιπίχαρις, 2.
ευτράπελος, 2. ουκ άμουσος, 2. 5) skarpsinnig,
spetsfundig, όξός, 3. δριμύς, 3. εύστοχος, 2.
λεπ-τολόγος, ό, ή. Jfr Slug, Listig.

Finanser, πρόσοδοι, αι. τά περί τάς προσόδους.

Finansminister, ό Επί τής διοικήσεως,
ταμίας, ου, ό.

Finansförvaltning, ή τών προσόδων
διοί-κησις 1. ταμιεία.

Finansväsen, τά περί τάς προσόδους.

Finbildad, 1) till kroppen, λεπτός, 3. αβρός,
3. 2) till själen, εύπαίδευτος, 2. άστεϊος, 3 ο. 2.
εϋμουσος, 2.

Finbladig, λεπτόφνλλος, 2.

Finger, δάκτυλος, ό.: lill-f., μύωψ, ωπος,ό.
ό μικρός δάκτυλος.: ring-f., ό παράμεσος
δάκτυλος.: långfingret, ό μέσος δάκτυλος.: pek-f., ό
λιχανός.: tummen, άντίχειρ, ή. ό μέγας δάκτυλος.:
visa m. fingret, δακτυλοδεικτεϊν.: tugga på
fingrarne, δάκνειν τους δακτύλους’: ett, två, tre f.
lång, bred, tjock etc., δακτυλιαϊος, δι-,
τριό’α-κτυλιαϊος, 3 (τό μήκος, πλάτος, πάχος, etc.).:
se gm fingret m. ngn, περιοράν τινα ποιούντά
τι.: sammanräkna på fingrarne, ίπι δακτύλων
συμβάλλεσθαι. πεμπάζειν.: uträkna på fingrarne,
λογίζεσθαι άπό χειρός.

Fingerhandske, δακτυλήθρα, ή.

Finger k noge, -led, κόνδυλος, ό.

Fingerlik, δακτυλοειδής, 2.

Fin g er ring, δακτύλιος, ό.

Fingertopp, τό του δακτύλου άκρον, άκρος
ό δάκτυλος.

Fingra, på ngt, τοϊς δαχτνλοις φηλαφάν τι
1. άπτεσθαί τίνος.

<< prev. page << föreg. sida <<     >> nästa sida >> next page >>


Project Runeberg, Mon Dec 11 23:30:58 2023 (aronsson) (download) << Previous Next >>
https://runeberg.org/svegrek/0097.html

Valid HTML 4.0! All our files are DRM-free