- Project Runeberg -  Svenskt-grekiskt lexikon /
123

(1862) [MARC] Author: Carl Wilhelm Linder, Carl August Walberg - Tema: Dictionaries
Table of Contents / Innehåll | << Previous | Next >>
  Project Runeberg | Catalog | Recent Changes | Donate | Comments? |   

Full resolution (TIFF) - On this page / på denna sida - F - Förevisa ...

scanned image

<< prev. page << föreg. sida <<     >> nästa sida >> next page >>


Below is the raw OCR text from the above scanned image. Do you see an error? Proofread the page now!
Här nedan syns maskintolkade texten från faksimilbilden ovan. Ser du något fel? Korrekturläs sidan nu!

This page has never been proofread. / Denna sida har aldrig korrekturlästs.

Förevisa —Förfrågan.

123

ξης τνγχάνειν. αείμνηστοι* τήν do ξ αν καταΧιπεϊν.

Förevisa, δεικνύναι. άνα , άπο-,
Επιδεικνύ-ναι. άποφαίνειν.

Förevisning, δεϊξις, άνά-, άπο-, Επίδειξις, ή.

Förevita, se Förebrå.

Förevända, προφασίζεσθαι, σκήπτεσθαί τι.
προβάλλεσθαι, προίστασθαι, προτείνειν,
προέχε-σθαι (-ίσχεσθαι), προκαλύπτεσθαι, προσποιεϊσθαί
τι. χρήσθαί τινι προφάσει. πρόφασιν 1. πρόσχημα
ποιείσθαί τι.

Förevändning, πρόφασις, ή. σκήψις, ή.
πρόσχημα,, τό. λόγος, ό.: under f., Επί προφάσει,
Επ* ονόματι 1. m. part. προφαόιζό μένος,
προς-ποιούμενος etc., se Föreg.: under liken f. ? τίνα
εχων πρόφασιν; inga förevändningar, μή μοι
πρόφασιν 1. προφάσεις.: enl. f., λόγω. πρόφασιν.:
finna f., προφάσιν Εξευρίσκειν, κατασκενάζειν.: man
kan finna en f. för ngt, εχει τι πρόφασιν.: utan
f., άπροφασίστως. άπ’ ουδεμιάς προφάσεως.: taga,
bruka till f., se F ö r e v ä η d a.

Förfall, σύμπτωσις, ή. κατάπτωμα, τό.
διαφθορά, ή. Ελάττωμα, τό.: bringa i f., συστέλλειν.
μειουν. Ελαττούν. διαφθείρειν.: vara i f., κακώς
εχειν. τεταπεινώσθαι. b) se Hinder.

Förfalla, 1) råka i förfall, a) om byggnader:
σνμπίπτειν. κατερείπεσθαι. (περι) καταρρείν. b) om
organiska kroppar, τήκεσθαι. κατασκέλλεσθαι.
(ά-πο)μαραίνεσθαι. c) om inrättningar,
διαφθείρε-σθαι. (άπο)κλίνειν 1. ρέπειν Επί τό χείρον.
Ελαττού-σθαι. moral., διαφθείρεσθαι.: ban är så
förfallen, εϊς τοσούτον προελήλυθε κακίας 1. άσελγείας.
2) försjunka i (fig·), κατολισθάνειν, Εξοκέλλειν εις
τι (i laster t. ex. εϊς άσέλγειαν, τρυφήν).
Εκφέ-ρεσθαι, Εκφοιτάν (t. ex. εις μανίαν). jfr Falla

2). b) förfallen till straff, se Hemfalla. 3)
blifva ogiltig, άκυρον γίγνεσθαι, διαλύεσθαι.: om så
är, förfaller ditt påstående, εϊ ούτως εχει, σύγ’
ούδεν λέγεις.: låta ngt f., άφιέναι τι. άφίστασθαί
τίνος. 4) till betalning, νπερήμερον, Εκπρόθεσμον
γίγνεσθαι.: förfallen skuld, χρέος άπαιτητόν 1.
-ίον, διαλυτέον.: skuldsedeln är förfallen, ή τής
συγγραφής προθεσμία Εξελήλυθεν. ή συγγραφή
τής ημέρας τετύχηκεν.

Förfallodag, -tid, προθεσμία, ή.
υπερημερία, ή (eg. tiden efter f.). äfv. bl., ή ημέρα.

Förfalska, διαφθείρειν (i allmht).
κιβδηλεύ-ειν 1. κίβδηλον ποιεϊν (om mynt, mått, vigt, äfv.
varor), παραποιεϊν, -σθαι (eftergöra), παρακόπτειν
(om mynt), παραγλύφειν (om sigill).

Förfalskare gm part.

Förfalskning, διαφθορά, ή. κιβδηλία,
κιβδηλεία, ή. παραποίησις, ή.

Förfara, 1) se Förstöra. 2) se Erfara.

3) gå till vä ga, πράττειν. ποιεϊν.: f. rätt,
δικαίως 1. ορθώς πράττειν 1. ποιεϊν, δικαιοσύνη
χρήσθαί, vid ngt, περί τι. ss. domare, ορθώς
δικάζειν τήν δίκην.: i. mot ngn, χρήσθαί τινι.
προς-φέρεσθαί τινι 1. πρός τινα.: f. mildt mot ngn,
πράως χρήσθαί τινι. πραότητι χρήσθαί περί τινα.
πράως 1. μετά πραότητος προσφέρεσθαί τινι 1.
πρός τινα. — förfaren, se erfaren.

Förfarande, πράξις, ή. τρόπος, ό.:
vetenskapligt f., μέθοδος, ή.: hans f. mot andra, ά
πρός τούς άλλους ποιεϊ 1. πεποίηκεν. — Förbundet
m. ett adj. återgifves f. oftast m. ett subst., som
innesluter båda begreppen, t. ex. rättvist i.,
δικαιοσύνη, ή.: orättrådigt f., αδικία, η. o. s. v.

Författa, συντιθέναι. συντάττειν.
κατασκευ-άζειν. ποιεϊν. άπεργάζεσθαι. πραγματεύεσθαι.
συγ-γράφειν.

Författande, σύνθεσις, ή. σύνταξις, ή.
κατασκευή, ή. άπεργασία, ή. συγγραφή, ή.

Författare, συγγραφεύς, έως, ό. ο. partt.

Författning, 1) tillstånd, κατάστασις, η.
διάθεσις, ή.: vara i f., διακεϊσθαι.: vara i den
f. att, κατεσκευασμένον είναι ώστε.: ngt är i en
god f., ευ 1. καλώς εχει τι 1. τά περί τι. ευ
κείται τι.: gå i f. om ngt, se Föranstalta.: =
statsförfattning, se d. o. 2) se Förordning.

Förfela, άμαρτάνειν, άφ-, δι-,
Εξαμαρτά-νειν τινός, άστοχεϊν τίνος, πλανάσθαι άπό τίνος,
άποπλανάσθαί τίνος, σφάλλεσθαί τίνος,
άποτυγ-χάνειν τινός, άτυχεϊν τίνος.

Förfina, παιδεύειν. ήμερούν. άπαλύνειν,
θρύ-πτειν (förvekliga). — förfinad (i tadl. bet.),
άβρός, 3. άπαλός, 3. τρυφερός, 3.

Förfining, παίδευσις, ή. ημέρωσις, ή (bl. ss.
handling), ήμερότης, ή. — άβρότης, άπαλότης,
τρυφερότηζ, ή (i dål. men.).

Förflyga, διαπνεϊν. διαφυσάσθαι.
(διασκεδα-σθεν) οϊχεσθαι. — förflugen, fig., προπετής, 2.
άλόγιστος, 2. άπρονόητος, 2.: = framfusig, sed. ο.

Förflygtiga, Εξαερούν. διαφορεϊν. διαλύειν
εις αϋραν.

Förflyta, (om tiden) παρ-, δι-, Εξιέναι,
-έρχε-σθαι. (παρ)οίχεσθαι.: vara förfluten, Εξήκειν.
(παρ)-οίχεσθαι. — förfluten, παρελθών, ούσα, όν.
παρεληλυθώς, υϊα, ός. παροιχόμένος, 3.
γεγενη-μένος, 3.: i den förflutna tiden, Ev τω
παρελ-θόντι 1. εμπροσθεν χρόνω. τον παρελθόντα
χρό-νον. τό πάλαι.: det förflutna, τά παρεληλυθότα,
παροιχόμενα, γεγενημένα. τά πρότερον. τά προ
τούτων, ό εμπροσθεν χρόνος.

Förflytta, se Flytta.

Förfoga, l)f. öfver ngt, διατίθεσθαί τι.:
jag äger att f. öfver ngt, κύριος 1. αυτοκράτωρ
ειμί τίνος, εστι τι Επ* Εμοί.: låta ngn f. öfver
ngt, κύριον ποιεϊν τινά τίνος. 2) f. sig, se
Begifva sig.

Förfogande, διάθεσις, ή,: ha ngt till sitt
f., κύριον εϊναί τίνος, ετοιμον εχειν τι. εχειν
χρήσθαί τινι. πάρεστί μοι.: ställa ngt till ngns f.,
κύριον ποιεϊν τινά τίνος, παρέχειν τι χρήσθαί ο
τι τις βούλεται. Επιτρέπειν τινί τι. Jfr
Förordnande.

Förfriska, se Uppfriska.

Förfriskning, 1) eg., άναχρυχή, -ψυξις, ή.
2) det s. förfriskar, αναψυκτικά 1. άναληπτικά
(ποτά, βρώματα), τά.

Förfrysa, διαφθείρεσθαι ρίγει 1. ύπό ψύχους
1. ύπό κρύους.: om växter, άποκαίεσθαι 1.
μαραί-νεσθαι υπό ψύχους.: om kroppens lemmar,
άπο-σήπεσθαι ύπό φύχους. άποκαίεσθαι.
άποπήγνυ-σθαι.: mina tår äro förfrusna, ύπό ψύχους τούς
δακτύλους τών ποδών άποσέσηπα.ι på mga
för-fröso näsa o. öron, πολλών άπεκαίοντο και ρϊνες
και ώτα. — vara förfrusen, = mycket frusen,
ά-ποπεπηγέναι. ριγών.

Förfråga sig, πυνθάνεσθαι, hos ngn om ngt,
τί (Εκ, παρά) τίνος. Ερωτάν, άνερεσθαι τινά περι
τίνος, ζητεϊν τι εκ τίνος.: noga f. sig om ngt,
διαπυνθάνεσθαί τι. άκριβώς ζητεϊν τι.

Förfrågan, πύστις,ή. Ερώτησις, ή. Ερώτημα
τό. ο. gm vv.

<< prev. page << föreg. sida <<     >> nästa sida >> next page >>


Project Runeberg, Mon Dec 11 23:30:58 2023 (aronsson) (download) << Previous Next >>
https://runeberg.org/svegrek/0127.html

Valid HTML 4.0! All our files are DRM-free