- Project Runeberg -  Svenskt-grekiskt lexikon /
137

(1862) [MARC] Author: Carl Wilhelm Linder, Carl August Walberg - Tema: Dictionaries
Table of Contents / Innehåll | << Previous | Next >>
  Project Runeberg | Catalog | Recent Changes | Donate | Comments? |   

Full resolution (TIFF) - On this page / på denna sida - F - Förtvina ...

scanned image

<< prev. page << föreg. sida <<     >> nästa sida >> next page >>


Below is the raw OCR text from the above scanned image. Do you see an error? Proofread the page now!
Här nedan syns maskintolkade texten från faksimilbilden ovan. Ser du något fel? Korrekturläs sidan nu!

This page has never been proofread. / Denna sida har aldrig korrekturlästs.

Förtvina — Fö rrarin g.

137

άνελπίϋτως 1. ά&ύμως έχειν.: vara i full f., Ev
ά&υμία και άπογνώσει είναι.

Förtvina, φ§ίνειν. (άπο)μαραίνεσ&αι.
τήκε-σ&αι.

Förtvining, φ&ίσις, ή. μάρανες, ή.

Förty, se Ty.

Förtycka, φ&ονεϊν. μέμφεσθαι. δυσχεραίνειν.

Förtyda, ini τό χείρον ύπ ο λαμβάνειν 1.
Εξη-γεΐσβ-αί τι. Jfr Förvrida, Misstyda.

Förtydliga, σαφηνίζειν. διασαφηνίζειν.
δια-ααφεΐν.

Förtydligande, σαφηνισμός, ό.
διασάφη-σις, ή.

Förtynga, βαρύτερον ποιεϊν. βαρύνειν. —
förtyngd, βαρύς, 3.

Förtäckt, κρυπτός, 3. άφανής, 2.
αίνιγμα-τώδης, 2. — Adv., αϊνιγματωδώς. δι*
αινιγμάτων.: f. antyda, αινίττεσ&αι.

Förtälja, se Berätta.

Förtänka, ngn ngt, Εγκαλεϊν τινί τι.
μέμ-φεσ&αί τινα είς τι. νεμεσάν τινί τίνος, φ&ονεΐν
τινι οτι.

Förtänksam, προνοητικός, 3. προμη9-ής, 2.

Förtänksamhet, πρόνοια, ή. προμήθεια, ή.

Förtära, Εσ&ίειν, κατεσ&ίειν, καταβιβρώσκειν
(uppäta). (κατ)αναλίσκειν (göra slut på), Επι-,
κα-τατρίβειν, (κατα)τρύχειν, μαραίνειν (göra att ngt
aftynar). (Επι)νέμεσ&αι, διαφθ-είρειν (om eld o.
sjukdomar), τήκειν, Εκ-, κατατήκειν (om sorger,
bekymmer, o. d.).

Förtäring, a) förtärandet, άνάλωσις,ή.
τρύ-χωσις, ή. τήξις, ή. b) det förtärda, τά
Εδηδε-σμένα. έδεσμα, τό. Jfr Mat.

Förtöja, 1) se Uttöja. 2) om fartyg,
Εξά-πτειν, Εξαρτάν έκ τίνος.

Förtörna, όργίζειν, Ιξ-, παροργίζειν. όργήν
τινι Εμβάλλειν.: förtörnas, se V r e d g a s.

Förtörnelse, se Yrede.

Förtörsta, δίψει 1. δίψ$ άπόλλνσ&αι.

Förunderlig, se Besynnerlig.

Förundra, d-av μα παρέχειν τινί : det
förundrar mig, θαυμάζω. S-ανμαϋτόν μοι φαίνεται.
d-ανμα έχει, λαμβάνει με-: f. sig att, S-αυμάζειν
οτι, ώς 1. εί.: det är icke att f. sig öfver, ονδεν
S-ανμαστόν.: de kunde icke nog f. sig, ούκ
Εξήρ-xovv τψ &αύματι.: vara högst förundrad öfver
ngt, Εκπεπλήχ&αί τινι 1. Επί τινι.

Förundran, &ανμα, τό. d-άμβο ς, τό.: sätta
i f., d-αύμα παρέχειν τινί.: falla i f., d-αυμάζειν.
Εν &αύματι είναι 1. γίγνεσ&αι. Εκπλήττεσ&αι.

Förundran svärd, άξιο&αύ μαστός, 2.
&αυ-μαστός, d-αυμάσιος, 3.

Förunna, διδόναι, Επιτρέπειν, Εφιέναι, συγ~
χωρεΐν τινί τι 1. inf.: det är dig förunnadt,
δέ-δοταί σοι. έξεστί σοι.

Förut, (τό) πρότερον, πρόσ&εν, έμπροσ&εν.
τό πρίν. πρό του. τον παρελθόντα χρόνον. iv
χρόνω τω παρελ&όντι. äfv. πρότερος, 3.: långt f.,
πάλαι.: kort f., όλίγω πρότερον. ολίγον 1. μικρόν
έμπροσ&εν. Ofta gm smnsättningar m. πρό. t. ex.
f. afskicka, προαποστέλλειν, προαποπέμπειν.: f.
veta, προειδέναι. προεπίστασ&αι. προγιγνώσκειν.:
f. märka, erfara, προαισ&άνεσ&αι.,
προμαν&ά-νειν. ο. s. ν. Åfv. gm φ&άνειν m. part. 1. gm
part. af προλαμβάνειν. t. e. de kommo f.,
έφ&α-όαν άφικόμενοι.: de sörjde f. för att,
προλαβόν-τες Επεμέλοντο οπως.

Förutan, se Utan.

Förutfattad, προειλημμένος,
προεγνωσμέ-νος, 3.; f. mening, se Fördom.
Förutom, se Utom.

Förutse, προοράν. προαισ$άνεϋ$·αι. προνοεϊν.
προγιγνώσκειν. ύπονοεϊν (förmoda).: f. framtiden,
τά μέλλοντα προοράν 1. προγιγνώσκειν.

Förutseende, πρόνοια, ή. πρόγνωσις, ή.
Förutsäga, προλέγειν, προαγορε ύειν.: om
siare, (προ)μαντεύεσ&αι. μαντικώς ειπείν,
προ-φητεύειν. όττενεσθ-αι (af tecken).: om orakel,
ά-ναιρεϊν. χρήν.

F öruts ägels e. (προ)μαντεία, ή. μάντευμα,
τό. προαγόρενσις, ή.: ett orakels, χρησμός, ό.

Förutsätta, 1) antaga, ύπολαμβάνειν.
τι&έ-ναι. ύποτί&εσ&αι. προϋποτί&εσ&αι. ποιεϊν.:
förutsatt, att, εί, ειπερ. Εάν. ήνπερ. 2) fordra ss. sin
förutsättning, m. omskr. t. ex. detta förutsätter
ett annat, τούτω άλλο τι υπόκειται, ούκ έστι
τούτο εί μή άλλο τι έστιν 1. άνευ άλλου τινός.

Förutsättning, 1) ύπόληιρις, ή. ύπό&εσις,
ή.: under dna f., ήν ταύτα τι&ώμε&α. εί οντω
χρή ύπολαμβάνειν.: under f., att detta är sant,
Επί τούτοις άλη&ευομένοις.: under f. att,
ύπολα-βών, ονσα, όν.: under sma f., ταντά ύπειληφώς.
2) se Υ i 11 k ο r.

Förvalta, διοικεϊν. Επιμελεϊσ&αι, Επιμέλειαν
ποιεϊσθαί τίνος, όιαχειρίζειν, μεταχειρίζεσαι
(hand-hafva). πράττειν. διέπειν. Επιστατεϊν τίνος, είναι
ini τινι, Επιτροπευειν τινός (förestå), ταμιεύειν,
-σ&αι (sköta om egendomar, kassor, o. d.). Jfr
Sköta.: f. staten, πράττειν τά τής πόλεως,
διοικεϊν, μεταχειρίζεσ&αι τήν πόλιν. Επιστατεϊν τής
πόλεως, πολιτεύεσ&αι.: f. ett embete,
μεταχειρίζεσαι 1. άρχειν αρχήν.

Förvaltare, διοικητής, ού, ό. Επιμελητής,
ού, 6. Επίτροπος, ό. ταμίας, ου, ό.: f. af en
landtegendom, άγροκόμος, ο.

Förvaltning, διοίκησις, η. Επιμέλεια, ή.
Επιστασία, Επίστασις, ή. Επιπροπεία, Επιτρόπευσις,
ή (ish. en förmyndares), ταμιεία, ή.: statens f.,
πολιτεία, ή.: ett embetes f., άρχή, ή.

Förvandla, μεταμορφούν. μεταλλάττειν.
με-ταβάλλειν (äfv. f. sig).: f. ngn fr. ngt till ngt,
ποιεϊν τινά τινα άντί τίνος 1. έκ τίνος.: f. sig,
τρέπεσ&αι, άλλοιούσ&αι. άλλον γίγνεσ&αι.: f. sig
till ngt, μεταβάλλειν εις τι. άφομοιούν εαυτόν πρός
τι. άλλάττειν τό εαυτού είδος εις τι, Ofta gm νν.
smnsatta m. άπό 1. Εκ ο. subst., som uttrycka
det, htill förvandlingen sker. t. ex. f. till sten,
fågel, luft, άπολι&ούν, άπορνι&ούν, Εξαεροΰν.

Förvandling, μεταμόρφωσις, ή. μεταβολή,
ή. μετάλλαξις, ή. τροπή, ή.
Förvändt, se Beslägtad.
Förvandtskap, se Slägtskap.
Förvar, hafva, vara i f., se Följ.: lemna i
f., (παρα)κατατί&εόϋ·αί τινί τι (ngn sin egendom).
παραδιδόναι τινι φυλάττειν 1. τηρεϊν. : taga i f.,
δέχεσ&αι 1. παραλαμβάνειν τι τηρεϊν 1.
διαφ>υλάτ-τειν.: gods s. är lemnadt i f., παρακαταθήκη, ή.:
fängsligt f., se Fängelse.

Förvara, φυλάττειν. διαφυλάττειν. τηρεϊν.
ά-σφαλώς 1. Εν άσφαλεϊ τιθέναι τι. σώζειν. Jfr
Bevara.: f. sig för ngt, φ,υλάττεσθαι,
εύλαβεϊ-σβ-αί τι (taga sig till vara för), φ,υλάττεσ&αι πρός
τι, άμύνεσ&αί τι (skydda sig för).
Förvaring, φυλακή, τήρησις, ή.

18

<< prev. page << föreg. sida <<     >> nästa sida >> next page >>


Project Runeberg, Mon Dec 11 23:30:58 2023 (aronsson) (download) << Previous Next >>
https://runeberg.org/svegrek/0141.html

Valid HTML 4.0! All our files are DRM-free