- Project Runeberg -  Svenskt-grekiskt lexikon /
353

(1862) [MARC] Author: Carl Wilhelm Linder, Carl August Walberg - Tema: Dictionaries
Table of Contents / Innehåll | << Previous | Next >>
  Project Runeberg | Catalog | Recent Changes | Donate | Comments? |   

Full resolution (TIFF) - On this page / på denna sida - R - Regnvatten ...

scanned image

<< prev. page << föreg. sida <<     >> nästa sida >> next page >>


Below is the raw OCR text from the above scanned image. Do you see an error? Proofread the page now!
Här nedan syns maskintolkade texten från faksimilbilden ovan. Ser du något fel? Korrekturläs sidan nu!

This page has never been proofread. / Denna sida har aldrig korrekturlästs.

Regnvatten —Ren.

353

Begnvatten, το Εξ ουρανού ύδωρ. δμβριον,
ύέnov, ούράνιον ύδωρ, τό.

Regnvind, νέτιος άνεμος, ό.

Regnväder, πολύς ύετός 1. όμβρος, ό.
πο-λυομβρία, Επομβρία , ή. χειμών, ώνος, ό.

Regulier, se Regelbunden.

Rekapitulation, άνακεφαλαίωσις, ή.
Επάνοδος, ή. -era, άνακεφαλαιούν. Επανιέναι (τούς
λόγους 1. τω λόγω). Επαναλαμβάνει,
άναπεαπά-ζεσθαι.

Reklamation, άπ-, Εξαίτησις, ή. -era,
άπ-, Εξαιτεϊν, -σθαι.

Rekognoscera, προ-, χατασκοπεϊν. -ering,
προ-, κατασκοπή, ή.: utskicka på r., Επί
κατα-σκοπήν 1. -tj πέμπειν.: anställa r., κατασκοπαϊς
χρήσθαι. χατασχοπήν εχειν. Επί προσκοπήν ϊέναι,.

Rekommendation, σύστασις, ή. έπαινος, ό.:
ha r. af ngn, συνίστασθαι 1. Επαινεϊσθαι υπό
ηνος.: ge ngn en r. till ngn, συνιστάναι 1.
προ-ξενεϊν ηνά ηνι.: på ngns r., συστή σαν τος 1.
E-παινέσαντός τίνος.

Rekommendationsbref, συστατική
Επιστολή, ή. συστατικά γράμματα, τά.: skönhet är d.
bästa r., χάλλος πάσης Επιστολής συστατιχώτερον.

Rekommendera, l) tr., συνιστάναι τινά
τινι (föreställa), προξενεϊν τινά τινι (lägga sig ut
f. ngn hos ngn). Επαινεϊν τί τινι (piisa ngt f.
ngn), παραινεϊν, Επισχήπτειν τί τινι (uppmana
ngn till ngt). Επιτρέπειν τινί τινα 1. τί
(öfverlemna ngn 1. ngt åt ngn till behandling).: r. ngn
till läkare, rättsbiträde etc., παραινεϊν χρήσθαι
τινι ϊατρω, συνδίκω etc.: r. ngn till benådning
hos ngn, παραιτεϊσθαί τινα περί τίνος.: en sak
r:r ngn, χοσμεϊ τί τινα. ποιεί τί τινα Επίχαριν 1.
εύδοκιμεϊν. χόσμον φέρει 1. χαλόν Εστί τί τινι.
2) refi., r. sig hos ngn, a) taga afsked,
άσπά-ζεσθαί τινα. χαίρειν χελεύειν τινά.: jag r:r mig,
ερρωσο. χαϊρε. b) göra sig ngn bevågen, εύνοιαν
κτήσασθαι παρά τινι, gm ngt, εκ τίνος 1.
πράτ-τοντά τι. πραττοντά τι χαρίζεσθαί τινι.: r. sig
i ngns ynnest, bevågenhet, προστρέπεσθαι τινα.:
söka r. sig hos ngn, φιλοτιμεϊσθαι περί τής
εύνοιας τινός.

Rekonvention (-s-talan), παραγραφή, ή.:
framställa en sdn, παραγράφεσθαι, mot ngn, τινά.

Rekreation, se Vederqvickelse,
Förlustelse.

Rekryt, νεοσύλλεκτος, ό. νεοστράτευτος, ό.:
blifva r., καταλέγεσθαι (στρατιώτην).

Rekrytera, χαταλέγειν, συλλέγειν
στρατιώ-?ας. στρατολογεϊν.

Rekrytering, κατάλογος, ό. συλλογή, ή.
Sedn,, στρατολογία, άνδρολογία, ή.: anställa r.,
χατάλογον ποιεϊσθαί.: utskrifva r., χατάλογον
προγράφε ιν.

Rektangel, όρθογώνιον τετραγωνον, τό.
ε-τερόμηκες, τό.

Rektor, i en skola, Επιστάτης διδασκαλείου,
ό. σχολάρχης, ου, ό. Nygr., κυβερνήτης, ου, ό.

Rektorat, Επιστασία, ή.

Relatera, se Referera.

Relation, 1) referering, διήγησις, ή.
απαγγελία, ή. λόγος, ό. 2) se Förhållande,
Gemenskap.

Relativ, a) i gram. bet., άναφοριχός, 3. b)
i philos. bet., σχετικός, 3. τών πρός τι. Jfr
0-fullkomlig.

Relegera, se Förvisa.

Relief, Εκ τύπωμα, τό.: arbetad i r.,
εκτυ-πος, 2.: afbilda i r., Εκτυπούν.: ge r. åt ngt,
λαμπρότερον, μεγαλοπρεπέστερον ποιεϊν τι.

Religion, 1) i objektiv men., τά περί τούς
θεούς (νομιζόμενα). τά θεϊα νόμιμα, ή τών
θεών θεραπεία, τά θεϊα. τά ιερά.: ss. lära, οι
περί τούς θεούς 1. θεϊοι λόγοι, θεολογία, ή. 2) i
subj. men., θεοσέβεια, ή. εύσέβεια ή περί τούς
θεούς.

Religionsbespottare, ό τών θείων 1.
ιερών καταφρονών. ό βλάσφημων εϊς 1. περί τά
θεϊα.

Religionsbespottelse, ή τών θείων 1.
*f-ρών καταφρόνησις. ή εϊς 1. περί τά θεια
βλασφημία.

Religionsbruk, τελεταί, αι. θρησκεϊαι, αι.

Religionsceremoni, se Ceremoni.

Religionsfrihet, Ελευθερία ή περί τά θεϊα
1. ιερά.

Religionsförvandt, κοινωνός ό τών θείων.

Religionshandling, Ιερόν πράγμα 1.
έργον, τό.

Religionshat, μίσος το πρός τούς
νομίζοντας ετέρους θεούς.

Religionskrig, ie^oV πόλεμος, ό.

Religionslära, se Religion.

Religionslärare, o τών θείων διδάσκαλος,
ιεροδιδάσκαλος, ό.

Religionsnit, θειασμός, ό. Ενθουσιασμός ο
περί τά θεϊα (religiöst svärmeri), φιλοτιμία, ή 1.
ζήλος, ό περί τά θεια.

Religionssaker, Ιερά, τά.

Religionsstridighet, διαφορά ή περί τά
θεϊα 1. περί τήν τών θεών θεραπείαν.

Religionstvång, ή κατ’ 1. πρός άνάγκην
1. βιαία θρησκεία.

Religionsöfning, ιερά, τά. η τών θεών
θεραπεία, θρησκεία, ή.

Religiositet, θεοσέβεια, ή ευσέβεια ή περί
τούς θεούς, όσιότης, ή.

Religiös, θεοσεβής, 2. ευσεβής (2) περί τούς
θεούς, όσιος, 3.

Relik, λείψανον ιερόν, τό.

Reling, κράσπεδον νεώς, τό. άκροστόλιον, τό.

Rem, ιμάς, άντ ος, ό. jfr Tygel.: liten r.,
Χμάντιον, -τίδιον, -τάριον, τό.: gjord af τ.,
I-μάντινος, 3.: lik r., ιμαντώδης, 2.: skära
remmar, ιμαντοτομεϊν.: s. skär r:ar, ιμαντοτόμος, ό.

Remiss, αναπομπή, ή. Επίπεμψις, ή.
άφε-σις, ή. bättre gm vv.: τ. af penningar, άργύριον
διαπεμπόμενον 1. Επεσταλμένον.

Remittera, άνα-, άποπέμπειν (tillbaka). Επι-,
διαπέμπειν. άφιέναι. Επιστέλλειν. — Επιτρέπειν.
παραδιδόναι.

Remna, ρήγμα, τό. ραγή, ή. διαρρωγή, ή.
σχίσμα, τό. χάσμα, τό, διασφάξ, γος, ή (i
klippor), χαράδρα, ή (i jorden).: s. har r:or,
ρη-γματώδης, 2.

Remna, ρήγμα λαβείν, (διαρ)ρήγνίισθαι.
οχί-ζεσθαι.

Rem nig, ρηγματώδης, 2.

Remsa, ταινία, ή.

Remtyg, ol Ιμάντες, al ήνίαι (på en häst).

Ren (djuret), τάρανδος, ό (?).

Ren, 1) osmutsad, καθαρός, 3 (fr. ngt, τινός),
φαιδρός, 3.: göra r., se R e η a. 2) oblandad, fri

45

<< prev. page << föreg. sida <<     >> nästa sida >> next page >>


Project Runeberg, Mon Dec 11 23:30:58 2023 (aronsson) (download) << Previous Next >>
https://runeberg.org/svegrek/0357.html

Valid HTML 4.0! All our files are DRM-free