- Project Runeberg -  Svenskt-grekiskt lexikon /
394

(1862) [MARC] Author: Carl Wilhelm Linder, Carl August Walberg - Tema: Dictionaries
Table of Contents / Innehåll | << Previous | Next >>
  Project Runeberg | Catalog | Recent Changes | Donate | Comments? |   

Full resolution (TIFF) - On this page / på denna sida - S - Skinnpåse ...

scanned image

<< prev. page << föreg. sida <<     >> nästa sida >> next page >>


Below is the raw OCR text from the above scanned image. Do you see an error? Proofread the page now!
Här nedan syns maskintolkade texten från faksimilbilden ovan. Ser du något fel? Korrekturläs sidan nu!

This page has never been proofread. / Denna sida har aldrig korrekturlästs.

394

Skinnpåse — Skogs väs ende.

Skinnpåse, θύλακος1 βύρσινος, o. κώρυκος, o.

Skinnvaror, άέρματα, τά. άιφθέραι, al.

Skinnöfverdrag, σκύτινον Επικάλυμμα, τό.

Skipa, rätt, όικάζειν. ά’ικαιοάοτεϊν. κρίνειν
(fälla dorn).

Skir, καθαρός, 3. κατατηκόμένος, 3 (om vax,
ο. d.). όιει&ής · 2 (om tyg).

Skira, άιηθεϊν. καθαίρειν. κατατήκειν (t. ex.
vax, talg o d.j

Skjorta, (obekant f. de gamle), λινούς χ ετών
1. χιτωνίσκος, ό 1. d

Skjul, σκέπη, ή (skydd, τινός f. 1. mot ngt).
ύκέπασμα, τό.

Skjuta, 1) tr., a) flytta fr. sin plats ngt,
κινεϊν ώθεϊν (knuffa).: s. bort, άπο-, μετακινεϊν.
άπωθείν.: s. fram, προκινεϊν προσωθεϊν : s in
i, Ενιέναι, εμβάλλειν τινί I. si ς τι: s. åt sidan,
παρωθεϊν. = stöta ifrån sig (fig),
παρωθεί-σθαι : s. på längden m. ngt, άναβάλλεσθαί τι
άναβολήν ποιεϊσθαί τιι/ος.: s. skulden på ngn f.
ngt, Επι-. άναφέρειν, προσβάλλειν, άνατιθέναι
τινί τήν αϊτίαν τινός, jfr Skuld, b) frambringa,
alstra, (Εκ)φύειν. άνιέναι.: s blad, blom, φύειν
φύλλα, άνθη.: s. grodd, skott, knopp,
Εκβλαστά-νειν. βλαστοφ υεϊν : s. frö, σπερμογονεϊν.
σπερ-μον/εϊν. 2) tr. ο. intr , handtera skjutvapen,
άκοντίζειν (eg. s. m. kastspjut; äfv. i allmht).
βάλλειν. ιέναι (mindre vanl. i præs.). πνροβόλοις
βάλλειν (m. eldgevär, okändt af de gamle).: s. m.
båge, τοξεύειν : s. m. pilar, βάλλειν 1. ιέναι
τo-ξεύματα (på 1. efter ngn, κατά, Επί, εις τινά) :
s. på ngn, βάλλειν στοχαζόμενόν τίνος,
άκοντίζειν,, τοξεύειν εις, Επί, πρός, κατά τινα : s. ngn
m. ngt, βάλλειν, ϊέναι τινά τινι.: s. ngn i
hufvudet, βάλλειν τινά είς 1. κατά τήν κεφαλήν 1.
τινός τήν κεφαλήν.: s. ihjel ngn, καταβάλλειν.
κατατοξε ύειν. βαλόντα κατ εργάζεσθαί 1. άναιρεϊν :
s. miste, βαλόντα άμαρτάνειν 1. άποτυγχάνειν.
άσκοπα τοξεύειν.: s:s, βάλλεσθαι. βέλει
πλήτ-τεσθαι. τοξεύεσθαι. άκοντίζεσθαι (den
kroppsdel, hri inan träffas, τί 1. εις τι.: s. af
skottet, τό πυρ Εκτρίβειν 1. d. 3) intr., hafva fart,
φέρεσθαι. όρμάν, - άσθαι. b) växa till,
αύξάνε-σθαι. Εκ-, άναβλαστάνειν (upp), έκσπερματούσθαι
(ur broddén), προφέρεσθαι Επί τό μήκος (i
höjden). Επίΰοσιν λαμβάνειν.

Skjutande, τοξεία, ή. βολή, ή. άκόντισις,ή.
άκοντισμός, ό. ο. gm νυ.

Skjutgevär, τόξον, τό. άφετήριον βέλος, τό.
πυροβόλον, τό (i modern men , eldgevär).

Skjutglugg, se Skottglugg.

Skjutkonst, τοξική, ή.

Skjutning, se Skjutande.

Skjutplats, τόπος iv ω άσκούσι τοξικήν.

Skjuts, υποζυγίων Επικουρία 1. Επάρκεια, ή.:
ge ngn s., Επαρκεϊν τινι υποζύγια.

Skjutsa, όχεϊν. (όιά)κομίζειν. Ελαύνοντα 1.
άρματηλατούντα άγειν.

Skjutsbonde, άμαξεύς,ό. άρματηλάτης, ό l.d.

Skjutsning, κομιΰή, ή. αγωγή, ή. ο. gm vv,

Skjutspengar, μισθός ό τής κομιάής.

Sko, 1) mskans fotbeklädnad, ύπόόημα, τό
(fotsåla), κρηπίς, ϊΰος, ή (fotsåla, toffelartad
fotbeklädnad). κοίλον ύπόΰημα, τό. Εμβάς, άόος, ή
(vanlig s., Boeotisk s.). βλαντία, ή, βλαύται, αϊ
(finare), καρβατίνη, ή (simpel, bond-s.). Ενάρομίς,
ίόος, ή (högtgående, jagt-s.). χόθορνος, ό (half-

stöfvel). σάνδαλον, σανάάλιον, τό (qvinnors, pjexa).
f. öfr. άρβύλαι, πηλοπατίΰες, σχισταί,
περιβαρί-όες, κρούπεζαι, αι (se om dem Lex.).: påtagas.,
ύποΰεϊσθαι (κρηπida o. s. v. 1. absol.).: ömsa s.,
μεθυποόΥισθαι.: laga s:r, νευρορραφειν. καττύειν.:
hvar o en vet bäst sf hr s:n klämmer, se
Klämma. 2) se Hästsko. 3) jernbetäckning nedtill
på pälar, pikar o. d., σιάήρωμα, τό.

Sko, verb., ύποόείν. κρηπιύόύν. {κατα,σιάηρουν,
σιάήρω τυλούν (jernbeslå).

Skoarbete, κάττυμα, τό.

Skoborste, σπόγγος, ό (enl. de gamles bruk).

Skock, εξηκοντάζ, άάος, ή (antal af 60). f.
öfr. πλήθος, τό (mängd), όχλος, ό αγέλη, ή.

Skocka, άθροίζειν. ( Επι) συνάγειν.
συναγεί-ρειν.: s. sig, συναγείρεσθαι. πληθύειν.

S k ο c k ν i s, άγεληάόν. uttr. äfv. gm adj., t. ex.
άθρόος, 3.

Skodon, υποδήματα, τά. κάττυμα, τό.

Skof, χρόνος ό μεταξύ, άιάστημα, τό.

Sk of la, rrj άμΐ] 1. τω λίστρω σκάπτειν 1.
συν-αγείρειν. χουν.

Skoflickare, νευρορράφ-ος, ό.

Skoftals, se Ryck vis.

Skofvel, λίστρον, λιστρίον, τό. άμη, ή.
μά-κελλα, ή (poet.), äfv. σκάφιον, τό.

Skofvor, ύπόστημα Εμπεπηγός, τό.

Skog, ύλη, ή (i allmht). όρυμός, ό (ish. af
ekar), ξύλα, τά (fälld, ved).

Skogbeväxt, Skogig, ύλώ&ης, 2.
όρυμώ-&ης, 2. κατάάρυμος, 2.

Skoglös, άνυλος, 2. άΰενόρος, 2 (utan träd).

Skogsbete, νομή ύλώάης, ή 1. (poet.) νομός,
ό (ss. mark), χόρτασμα τό Εν ύλρ (ss. foder).

Skogsbi, υρεία 1. άγρια μέλιττα, ή.

Skogsbrand, πυρκαιά ή κατά τούς άρυμούς.

Skogsbo, ό τά όρη κάτοικων 1. Εν τοϊς
όρε-σιν οίκων, ούντος. pl. ol περί τούς άρυμούς
οι-κούντες.

Skogsbryn, Εσχατιά τής ύλης 1.τον άρυμού, ή.

Skogsbygd, χώρα ύλώάης, ή.

Skogsdjur, (άγριον) θηρίον, τό. pl. άγρια, τά.

Skogsdufva, φάττα, ή.

Skogsdunge, άλσος, τό. τέμενος, τό
(fridlyst, helig).

Skogseld, se Skogsbrand.

Skogsfågel, όρνις άγριος, c.

Skogsfång, Εξουσία ή του ξυλίζεσθαι.

Skogsfälle, ύλοτόμιον, τό.

Skogsgud, άαίμων ό κατά τούς δρυμούς.
(.Σάτυρος, ό. Πάν, ανός, ό).

Skogs honung, άγριον μέλι, τό. μέλι τό Εν
τοις όρεσιν εύρισκόμενον.

Skogshushållning, άιοίχησις ή τών άρυμών.

Skogshygge, ξυλεία, ή. ξυλοτομία, ή.

Skogsmark, όενΰρόφυτος χώρα, ή.

Skogsnymph, se Nymph.

Skogspass, άγκος, τό.

Skogs råtta, μύς άγριος, ό.

Skogstrakt, νάπη, ή. νάπος, τό. χώρα
νλώ-(%, η.

Skogstägt, se Skogsfång.

Skogsuppsyningsman, ύλωρός, ό.

Skogsväg, άτραπός ή κατά τήν ύλην (väg i
skogen), odos ή cJV ύλης (passage gm skog).

Skogsväsende, τά περί τούς άρνμούς 1. τάς
ύλας.

<< prev. page << föreg. sida <<     >> nästa sida >> next page >>


Project Runeberg, Mon Dec 11 23:30:58 2023 (aronsson) (download) << Previous Next >>
https://runeberg.org/svegrek/0398.html

Valid HTML 4.0! All our files are DRM-free