- Project Runeberg -  Svenskt-grekiskt lexikon /
413

(1862) [MARC] Author: Carl Wilhelm Linder, Carl August Walberg - Tema: Dictionaries
Table of Contents / Innehåll | << Previous | Next >>
  Project Runeberg | Catalog | Recent Changes | Donate | Comments? |   

Full resolution (TIFF) - On this page / på denna sida - S - Spel ...

scanned image

<< prev. page << föreg. sida <<     >> nästa sida >> next page >>


Below is the raw OCR text from the above scanned image. Do you see an error? Proofread the page now!
Här nedan syns maskintolkade texten från faksimilbilden ovan. Ser du något fel? Korrekturläs sidan nu!

This page has never been proofread. / Denna sida har aldrig korrekturlästs.

Spel·

τίνος. φρόντιζαν π 1. περί τίνος. 2)
ekeno-miskt, χρηματίζεσ&αι.

Spel, 1) musikaliskt, φθόγγος, ό. μέλος, τό.
2) theatraliskt, ύπόχρισις, ή. 3) hasardsp.,
κυβεία , ή (tärningsspel), äfv. παιάιά, ή.: förlora på
s., μείον εκτ εϊν κυβεύοντα.: sätta på s.,
καταβάλλειν, -σθαι. άναρρίπτειν τον κύβον περί τίνος.:
sätta sin existens på s., άναρρίπτειν τό υπάρχον.:
mitt lif står på s., κινάννενω περί τού βίου 1.
τής ψνχής.: ge ngn vunnet s., λαβήν ivdidovai 1.
παρέχειν τινί.: blanda sig i s:et, σνλλαβέσθαι τών
πραγμάτων. 4) om festliga täflingslekar hos
Grekerna, άγώνες, ων, ot. αγωνίσματα, τά. άθλοι, ol.

Spela, 1) musikaliskt, κρούειν. ψάλλει v
(sträng-instrument). κρέκειν (stränginstr. m. plektron). 2)
öfva tidsfördrif, s. tärning, κνβεύειν (äfv. i allmht).
παίζε iv. 3) agera, ύποκρίνεσθαί τινα (ngns rol).:
s. en pjes, Ιπιτελειν θέαν 1. θέατρον.: i dag s:s
icke, ονκ έστι θέα τήμερον.: s. sjuk,
προσποιεϊ-σθαι άσθενεϊν.: s. herre, πράττειν τά τού χυρίον.:
s. hederlig karl, ύποχρίνεσ&αι σχήμα
άνάρόςχρηστού. προσποιεϊσθαι χρηστότητα.: s. under ett
täcke m. ngn, συνάνάζεσθαί τινι. 4) oeg.,
vinden s:r, ψιθυρίζει ή αύρα. i trädens kronor, o
άνεμος όιαρριπίζει τά άχρα τών ΰένάρων.

Spelande, 1) musikaliskt, χρούσις, ή.
ψαλμός, ό. 2) se Spel 3). 3) skådespelares,
νπό-κρισις, ή. μίμησις, ή.

Spelare, παίχτης, ον, ό. κνβεντής, ον, ο (på
tärning) πεττευτής, ό (på bräde, dam, schack).
ψαλτήρ, ήρος, ο (på instrument).

Spelbord, άβαξ, αχος, ό. τηλία, ή (se Lex.).

Spel hus, χυβειον, κνβευτήριον, τό.
σκιραφεϊ-ον, τό.

Spelkamrat, συγχυβευτής, οί/, ό (på tärning).

Spelman, ψάλτης, ου, ό. μουσικός, ό.

Spelrum, χώρος, ό. χώρημα, τό.: ge
tillräckligt s. åt ngt, χωρεϊν τι (rymma ngt).

Spelsjuka, φιλόχνβον, τό.

Spelsällskap, συγχυβευταί, ών, ol.
συγκυ-βεύοντες, ol.

Spe namn, (γελοιον) όνομα, τό. Επωνυμία, ή.

Spenat, άτράφαξις, εως, άτράφαξυς,
άνάρά-φαξυς,υος,ή.

Spenbarn, θηλαζό μένος, 3. γαλαθηνός, ό,
ή. έπιμαστίάον βρέφος, τό. νεογνόν θρέμμα, τό.

Spendera, se Påkosta.

Spene, se Bröstvårta.

Spenslig, se Smal. äfv. λαγαρός, 3. Ισχνός
3 (xai σφηχώάης 2).

Spe ord, αϊνιγμός, ό. χλευαστικός λόγος, ό.

Speta, 1) tr., έχτείνειν. 2) se Klättra.

Spets, άχίς, kΤος, ή (vapens), άχμή, ή (egg,
äfv. oeg. = höjdpunkt). χέντρον, τό (udd), σχόλοψ,
οπος, o (i allmht, tagg), άχρον, τό, άχρα, ή
(höjd, landtungas s ). κορυφή, ή (bergs), ofta gm
adj., άχρος, 3.: t. ex. s:n på fingret, άχρος o
άάχτυλος.: bergets högsta s., άχρότατον τό όρος.:
armbogens s., άχρωλένιον, τό.: krusig i s:n,
a-χρονλος, 2.: löpa ut i en s., άποκορνφονσθαι.:
stå i s:n, πρώτον χαταστήναι 1. τεταγμένον εϊναι.
ήγεϊσθαι τίνος (f. ngt), προστήναι 1. προστατεϊν
τίνος.: ställa ngn i s:en f. ngt, έφιστάναι τινά
τινι.: ställa sig i s:n, ηγεμόνα χαταστήναί
τίνος.: bjuda ngn s:n, όμόσε χωρεϊν J. ϊέναι τινί.
άντέχειν τινί. άνθίστ ασθαι 1. άνταίρειν τινί 1.
πρός τινα. fienderna, όέχεσθαι τούς πολεμίους.

-Spindel. 413

Spetsa, 1) göra spetsig, άχονάν. στ ομού v
(Sedn.).: s. öronen, ορθά 1. όρθια (έφ)ιστάναι 1.
έπορθιάζειν τά ώτα. 2) ss. straff, άιαπείρειν
τω άόρατι. άιελαύνειν τφ άόρατι.: s. på en påle,
άνασχολοπίζειν.: s. sig på ngt, περιπίπτειν τινί.

Spetsbof, se Bof.

Spetsfundig, σοφιστικός, 3. άντιλογικός, 3
(advokatorisk), λεπτός, 3. άκανθώάης, 2,
κομψός, 3 (bl. om saker).: s:t tal, άκανθαι λόγων,
al. λόγοι άκανθώάεις, ol. λεπτολογία, ή.: tala s:t,
λεπτολογεϊν. τερθρενεσθαι.: m. ngn,
άιαλεπτολο-γεϊσθαί τινι.: talande s;t, λεπτολόγος, 2.

Spetsfundighet, λεπτό της φρενών, ή.
σοφιστεία, ή.: s:er, (λόγων ακριβών) σχινάάλαμοι, ot.:
tomma, τερθρεία, ή.: dialektiska, κιγκλίάες
dia-λεκτικαί, al.

Spetsgård, οτρατιώται περιεστώτες, ol.
πε-ρίστασις, ή (se Lex.).

Spetshammare, κροταφίς, ίόος, ή. κέατρα,ή.

Spetsig, 1) eg., οξύς, 3. όξύτονος, 2. άκρος,
3, κορυφώάης, έπακρος, 2 (slutande m. en spets
1. topp). 2) oeg., άηκτικός, 3. πικρός, 3.: ge
ngn ett s:t svar, θρασέως άποκρίνεσθαί τινι. Jfr
äfv. under Bita 2) c).

Spetsighet, όξύτης, ή (äfv. oeg.). τό
άηχτι-χόν (oeg.).

Spetsnäsig, όξύρριν 1. -ρρις 1. -ρρινος, ό,η.

Spetspåle, σχόλοψ, οπος, ό.

Spetsvinklig, όξυγώνιος, 2.

Spetsvinklighet, όξυγωνιότης, ή.

Spett, se Stek spett.

Sp etälsk, λεπρός, 3.: vara s., λεπράν.

Spetälska, λεπρότης, ή. λέπρα, ή.

Spher, 1) eg., σφαίρα, ή. 2)
verksamhetskrets, τά καθήκοντα. τάξις, ή.: stadna inom s:en
f. sin verksamhet, πράττειν, έπιτηάεύειν τά
καθήκοντα.: det ligger utom min s., τούτων ούάέν
μοι προσήκει, ού πρός έμέ ταύτα. 3) förmågans
begränsning.: det går öfver din s., άάννατός γβ
εϊ ταύτα νοεϊν (theoret.), ποιεϊν 1. πράττειν
(praktiskt), μείζον ταύτα ή κατά σέ·: ej gå utom
sin s., μή άψασθαι μειζόνων ή καθ* αυτόν. Jfr
Hofva.

Spherisk, σφαιρικός, 3.

Spicka, ταριχεύειν.

Spickekött, κρέα ταριχευτά I. τεταριχευμένα,
τά. τάριχος, ό ο. τό.

Spicken, ταριχευτός, 3. τεταριχευμένος, 3.

Spik, γόμφος, ό. ήλος, ό.

Spika, ήλούν. πασσαλεύειν. γομφούν.
πηγνύ-ναι 1. δ εϊν ήλοις.

Spikböld, στεάτωμα, τό.

S ρ i k η i η g, γόμφωσις, ή. 1. gm νν.

Spiksmed, ήλοκόπος, ό.

Spilkum, έχϊνος, ό (se Lex.). ψυκτήριον, τό.

Spilla, se Bortspilla, Förspilla.

Spillning, 1) eg., έκχυσις, ή. πρόχυσις, ή.
2) se Dynga.

Spillo, ge till s. ngt, προίεσθαί τι.
(χατα)-προάιάόναι τι.

Spillra, άκίς, ίδος, ή. κλάσμα, τό.
παρα-σχίάες, ων, αι. Jfr Fragment.

Spillra, σχίζειν. Jfr Krossa.

S pil ta, ιππόστ ασις, ή (f. hästar), βούστασις,
-ία, ή (f. oxar o. kor).

Spindel, 1) insekt, αράχνη, ή. αράχνης, ό.
φάλαγξ, αγγος, ή.: giftig s., φαλάγγιον, τό.:

<< prev. page << föreg. sida <<     >> nästa sida >> next page >>


Project Runeberg, Mon Dec 11 23:30:58 2023 (aronsson) (download) << Previous Next >>
https://runeberg.org/svegrek/0417.html

Valid HTML 4.0! All our files are DRM-free